26.3.13

Γεωπολιτική της «γερμανικής Ευρώπης»:η Γερμανία στο πλευρό των ΗΠΑ (και στη θέση της Αγγλίας...)


Η πολιτική δεν ανήκει στα θέματα για τα οποία μπορεί κανείς να διαβάσει εδώ, όχι γιατί δεν ενδιαφέρει, αλλά γιατί δεν θα είχε νόημα να προστεθεί μία ακόμη γνώμη σε τόσες άλλες. Αντικρουόμενες απόψεις υπάρχουν αρκετές, σαν τα συμβάντα να είναι κάτι το χειροπιαστό, που φτάνει να εμφανιστεί στη σκηνή της επικαιρότητας για να αποκαλύψει τη μία ή την άλλη σημασία. Αλλά όλα αυτά δεν είναι παρά υποθέσεις.
Και ούτε υπάρχει λόγος να καταδείξει κανείς το αβάσιμο αυτών των υποθέσεων. Η μία γνώμη ακυρώνει την άλλη. Υπάρχει όμως κάτι στο οποίο όλοι συμφωνούν, στο οποίο όλοι συγκλίνουν: ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν συμβεί διαφορετικά απ' ό,τι συνέβησαν. Και ότι αν έγιναν όπως έγιναν, αυτό οφείλεται στη μία ή στην άλλη αιτία. Η αντίληψη αυτή, με την οποία όλοι συμφωνούν, είναι στην πραγματικότητα και η πηγή της διαφοράς των απόψεων. Ακριβώς επειδή η διαφορά των απόψεων εξαρτάται από την πίστη ότι τα πράγματα θα ήταν δυνατόν να έχουν συμβεί διαφορετικά απ' ό,τι συνέβησαν...

Κλείνω εδώ αυτό το σύντομο σχόλιο. Δεν είναι άσχετο με τα παρακάτω. Γνωρίζω εκ των προτέρων ότι οι περισσότεροι απ' όσους θα διαβάσουν το κείμενο που ακολουθεί (το οποίο και πρέπει να γίνει γνωστό), θα προσπαθήσουν να το καταλάβουν με βάση αυτά που ήδη (πιστεύουν ότι) γνωρίζουν, ή που έχουν ακούσει σχετικά. Κατά συνέπεια είναι πολύ πιθανό να μην διακρίνουν τίποτα άλλο πέρα από αυτά που είναι για αυτούς γνωστά. 


 

Το παρακάτω κείμενο είναι ένα απόσπασμα από το Un Retour en Colchide (Μια Επιστροφή στην Κολχίδα) του Jean Parvulesco, έναν συγγραφέα που δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις σε όσους παρακολουθούν τον «Διπλό Λόγο». «Μυθιστόρημα» επιγράφεται το βιβλίο αυτό, που εκδόθηκε το 2010, αλλά η δομή του είναι αυτή του προσωπικού ημερολογίου, που αποτελείται από αριθμημένες καταχωρήσεις, άνευ χρονολογίας, οι οποίες διανέμονται σε διάφορα κεφάλαια κάτω από διαφορετικούς τίτλους. Το ημερολόγιο αυτό, ωστόσο, εμφανίζεται με μια ιδιότυπη μορφή, ως ένα «προσωπικό ημερολόγιο ενός μυθιστορήματος» ή «μυθιστόρημα ενός προσωπικού ημερολογίου», σύμφωνα με τον ίδιο τον συγγραφέα που φτάνει στα άκρα, και σε αυτό το έργο, την ιδέα ότι «τα πάντα είναι ιστορία, τα πάντα είναι μυθιστόρημα».
Η καταχώρηση που μεταφράζω εδώ, ανήκει στο κεφάλαιο που τιτλοφορείται Kriegsmarine (γερμ. Πολεμικό Ναυτικό). Ορισμένες από τις καταχωρήσεις που το αποτελούν αναφέρονται σε διάφορα ζητήματα γεωπολιτικά. Η συγκεκριμένη καταχώρηση είναι αυτή που αναφέρεται αποκλειστικά, και ειδικά, στη σημερινή Γερμανία. Η αφορμή είναι η συνάντηση του συγγραφέα με έναν Γερμανό συνεργάτη, «υπεύθυνο για το γερμανικό τμήμα της “Οργάνωσης”» (οργάνωση, με διάφορα ονόματα, που διατρέχει το σύνολο του έργου του Parvulesco, τόσο τα μυθιστορήματα όσα και τα δοκίμια, αλλά ουδεμία σχέση έχει με οποιαδήποτε συμβατική εικόνα των μυστικών εταιρειών). Ο χρόνος της συνάντησης είναι λίγο μετά, όπως φαίνεται, από την τοποθέτηση της Μέρκελ στην καγκελαρία, το 2005 (ενώ το βιβλίο, υπενθυμίζω, εκδόθηκε το 2010).
Είναι ένα κείμενο που, σαφώς, θα μπορούσε να φιλοξενηθεί πολύ νωρίτερα εδώ. Τότε ίσως να έδινε απλώς τροφή στη συνωμοσιολογία. Είναι στο φως των πρόσφατων γεγονότων που μπορεί να δοκιμαστεί η όποια σημασία του, αν, βέβαια, δεν χαθεί κανείς σε υποθέσεις επί υποθέσεων.
Να σημειωθεί, τέλος, μια προηγούμενη παρέμβαση του Parvulesco πάνω στο ίδιο θέμα κατά το φθινόπωρο του 2005, με ένα προειδοποιητικό άρθρο στο ειδικό περιοδικό Réfléchir & Agir (τ. 21, αφιέρωμα: «Για έναν άξονα Παρίσι-Βερολίνο-Μόσχα») και τίτλο «Angela Merkel au pouvoir, un danger de mort pour l'Europe», «Η Άνγκελα Μέρκελ στην εξουσία, θανάσιμος κίνδυνος για την Ευρώπη».

Ακολουθεί το κείμενο του Jean Parvulesco:


(573) Σήμερα, γευμάτισα αργά με τον Guido von Schwerin στο Cascades του δάσους της Βουλώνης. Ανώτερο στέλεχος μιας σημαντικής βερολινέζικης κατασκευαστικής εταιρείας, ο Guido von Schwerin είναι, την ίδια στιγμή, αλλά «στη σκιά», ο υπεύθυνος για το γερμανικό τμήμα της «Οργάνωσης». Και πράγματι, ήρθε στο Παρίσι με σκοπό να μου δώσει μια λεπτομερή εικόνα (όπως επέμενε να το κάνει εδώ και καιρό) πάνω στα απόρρητα παρασκήνια της τρέχουσας πολιτικής κατάστασης στο εσωτερικό της Γερμανίας της Άνγκελα Μέρκελ, τις πολιτικο-διοικητικές ανακατατάξεις και τις αλλαγές που επίκεινται˙ και τέλος πάνω στα κυβερνητικά «σχέδια μεγάλης κλίμακας» του νέου συνασπισμού που βρίσκεται στην εξουσία στο Βερολίνο.
Παρακάτω, παραθέτω το ουσιώδες των πληροφοριών που ο Guido von Schwerin μου εμπιστεύθηκε. Είναι γεγονός, μια «νέα γραμμή» τείνει να επιβληθεί, την οποία πρέπει να υπολογίσει κανείς για να μη βρεθεί προ εκπλήξεως:
(1) Έχοντας ήδη εγκαταλείψει, διακριτικά, τη σκληρή γραμμή του γαλλογερμανικού «καρολίγγειου πόλου», η Γερμανία δείχνει σταθερά αποφασισμένη να αναλάβει, «μόνη αυτή», στο σύνολό τους, τις πολιτικο-ιστορικές τύχες της πιο μεγάλης ηπειρωτικής Ευρώπης του μέλλοντος, αναλαμβάνοντας έτσι σιωπηρά και την ευθύνη να την εκπροσωπεί στην Ουάσινγκτον. Αποπειράται να αντικαταστήσει την Αγγλία [Angleterre] στο πλευρό των ΗΠΑ, να είναι η «πληρεξούσια» της Ουάσινγκτον για το σύνολο της επερχόμενης Μεγάλης Ευρώπης, που θα περιλαμβάνει την Ευρώπη της Δύσης και την Ευρώπη της Ανατολής.
Απελευθερωμένη από το μελανό σημείο του ναζιστικού της παρελθόντος, του οποίου διατείνεται τώρα ότι υπήρξε το θύμα (εγχείρημα ενισχυτικό της αγνότητάς της στο οποίο ο Βενέδικτος ΙΣΤ΄, ο «γερμανικός Πάπας», συνεισέφερε προσφάτως), η Γερμανία διεκδικεί τη δυνατότητα να εξασκεί τις πολιτικές και διπλωματικές της αρμοδιότητες εκδηλώνοντας ανοιχτά τη νέα της κατάσταση της «μεγάλης δύναμης» (και μάλιστα, μακροπρόθεσμα, της υπερδύναμης στην ηγεσία της Πιο Μεγάλης Ευρώπης, της πιο μεγάλης γερμανικής Ευρώπης). Για να το επιτύχει, δεν θα σταματήσει μπροστά σε τίποτα. Έτσι η νέα εξουσία του Βερολίνου σκοπεύει να εξοπλισθεί, βραχυπρόθεσμα, με έναν μηχανισμό αντιστρατηγικών επιχειρησιακών πληροφοριών που θα έχει πλανητικές διαστάσεις και βλέψεις, και θα κινητοποιηθεί για πολιτικούς σκοπούς μείζονος σημασίας, απόρρητους επιθετικούς σκοπούς.
(2) Πάνω σ' αυτό, ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Εσωτερικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αποφάσισε να ξεκινήσει άμεσα ένα γενικό ομοσπονδιακό αντιστρατηγικό οργανωτικό σχέδιο υπό τον προσωπικό του έλεγχο και το οποίο αποτελείται από τρία βασικά επιχειρησιακά επίπεδα. Αυτά τα τρία επίπεδα είναι τα ακόλουθα:
Ένα μεγάλο «κεντρικό αντιτρομοκρατικό αρχείο» που θα ενσωματώνει όλες τις ομοσπονδιακές και περιφερειακές δομές πληροφοριών και ανθυπονομευτικής [antisubversive] δράσης σε μία και μόνη ισχυρή συγκεντρωτική οργάνωση, υπό τη διεύθυνση του Ομοσπονδιακού Υπουργού Εσωτερικών του Βερολίνου.
Μια νέα γενική ομοσπονδιακή επιχειρησιακή οργάνωση ασφαλείας με σκοπό την αποτελεσματική εκμετάλλευση αυτού του «κεντρικού αντιτρομοκρατικού αρχείου».
Μια αντι-οργάνωση, άκρως μυστική, εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικο-στρατηγικής ασφάλειας, με ομολογουμένως επιθετικά σχέδια πλανητικού επιπέδου, αντι-οργάνωση για την οποία είμαι υποχρεωμένος να μην πω τίποτα, καθώς αυτή είναι ο άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφεται το σύνολο της γερμανικής «μεγάλης πολιτικής» του μέλλοντος που προμηνύεται, και η οποία «θα αλλάξει την όψη της Ευρώπης» (σύμφωνα με τις πρόσφατες εξαγγελίες της καγκελαρίας του Βερολίνου).
(3) Προβλέπεται εξίσου, επ' ευκαιρία της ίδιας σειράς νέων προγραμματισμών, η δημιουργία ενός ομοσπονδιακού υπουργείου Τύπου και Πληροφοριών, εξαρτημένου από την καγκελαρία του Βερολίνου, με στόχο την ενσωμάτωση του τύπου και του συνόλου των μέσων στο πλαίσιο του «νέου θεμελιώδους σχεδίου» που κατευθύνεται προς την ευρωπαϊκή και πλανητική επέκταση της Γερμανίας (της «Νέας Γερμανίας» που κανείς δεν αποτολμά ακόμη να την αποκαλέσει έτσι˙ αλλά «θα το κάνει»).
(4) Ο Guido von Schwerin μου επεσήμανε εξίσου την αναδιοργάνωση εις βάθος και την επιταχυνόμενη ισχυροποίηση των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων όσον αφορά τον στρατό ξηράς, την αεροπορία και το ναυτικό, σύμφωνα και με τις νέες δομές αποστολής, ανάπτυξης και παρουσίας στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο. Άλλωστε, οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις είναι ήδη παρούσες στην Ευρώπη, στην Αφρική και στην Ασία, με διάφορες αποστολές.
Η άμεση αποστολή ενός στολίσκου (που αποτελείται από δύο υπερσύγχρονες φρεγάτες, τέσσερα ταχέα περιπολικά σκάφη μάχης και ένα σημαντικό πλοίο εφοδιοπομπής) στη Μεσόγειο, με σκοπό τον έλεγχο και την επίβλεψη των ακτών του Λιβάνου, έχει μια ενδεικτική σημασία, αποκαλύπτοντας τον πρωταρχικό ρόλο που από εδώ και πέρα θα αποδίδεται στο Kriegsmarine. Φαίνεται, πράγματι, ότι το Βερολίνο εννοεί να επικεντρώσει σε ύψιστο βαθμό τις προσπάθειες της παρούσας ισχυροποίησης των ενόπλων δυνάμεών του στο Kriegsmarine. Υπάρχει κίνδυνος οι τρέχοντες νέοι προγραμματισμοί να προκαλέσουν αξιοσημείωτες εκπλήξεις. Η Άνγκελα Μέρκελ δήλωσε, σχετικά με το θέμα της αποστολής αυτού του στολίσκου στην ανατολική Μεσόγειο, ότι η παρέμβαση αυτή έχει μια ιστορική διάσταση για το μέλλον της Γερμανίας. Γιατί το Kriegsmarine; Αυτό είναι το ερώτημα που δεν έθεσα στον Guido von Schwerin.

Un Retour en Colchide (Guy Trédaniel, 2010), σ. 204-206.
μετάφραση: Δημήτρης Τσουμάνης

21.3.13

Mundus Imaginalis, όνειρο, τεχνική

Ένας αναγνώστης του ιστολογίου, ο Νίκος Σ., ρωτά σχετικά με το θέμα του Μεσοκόσμου, και επιπλέον, και ειδικότερα, σχετικά με το όνειρο ως μέσο πρόσβασης στον Μεσόκοσμο (καθώς και σχετικά με τις ονειρικές «τεχνικές»). Επανέρχομαι λοιπόν στο θέμα.

1. Μεσόκοσμοι

Γράφει ο Ν.Σ. σε ένα σημείο της επιστολής του σχετικά με το κείμενο Μεσόκοσμος: «...έχω την εντύπωση ότι υπαινίσσεται ότι τα παραδοσιακά σύμβολα (γενικά) ή και οι εικόνες (κάποιες αγιογραφίες π.χ.) θα μπορούσε ή είναι –τρόπον τινά– εικόνες του Μεσόκοσμου (γιατί και σύμβολο αυτό σημαίνει, τη συμβολή...) Μεσόκοσμος δεν εννοείται ο κόσμος όπου γίνεται μια “σύνθεση” ανάμεσα σε αισθητό και νοητό; Ακόμη, ίσως σε άλλο επίπεδο, αναλογικά, ονειρικό και πραγματικό; Θεωρητικό και πρακτικό;»

Το κείμενο για τον Μεσόκοσμο πράγματι προκαλεί και αυτά τα ερωτήματα, και αρκετά άλλα. Εδώ θα αναφερθώ σε μερικά μόνο από αυτά, τα οποία και θεωρώ ότι είναι τα βασικά.

Α) Τα παραδοσιακά σύμβολα γενικότερα είναι εικόνες του Μεσοκόσμου. Αλλά θα πρέπει να διευκρινιστεί η σημασία της λέξης εικόνα, κάτι στο οποίο έχω ήδη αναφερθεί. Τί σημαίνει τα σύμβολα είναι εικόνες του Μεσοκόσμου; Ότι είναι «φωτογραφίες», δηλαδή «έκτυπα» ή «αντίτυπα» του Mundus Imaginalis; Η απάντηση είναι βέβαια αρνητική. Τί είναι τότε; Μια γενική απάντηση θα μπορούσε να είναι ότι τα σύμβολα είναι «αισθητά σημεία», όπως μια συμβολική απεικόνιση είναι μια «αισθητή παράσταση». Αλλά μια τέτοια γενική τοποθέτηση στερείται νοήματος αν θέλουμε να δούμε το ζήτημα στο εσωτερικό μιας παράδοσης. Και ερχόμαστε στο επόμενο σημείο.

Β) Δεν αρκεί να παρατηρήσουμε απλώς ότι οι αγιογραφίες είναι δυνατόν να θεωρηθούν ως εικόνες του Μεσόκοσμου. Ακριβώς γιατί στη βυζαντινή παράδοση, πρώτα απ' όλα, είναι ο ίδιος ο άνθρωπος Εικόνα (θυμίζω μια μελέτη στην οποία έχω παραπέμψει: A. M. Allchin, «Ο άνθρωπος ως Εικόνα και Μυστήριο» στο Περί Ύλης και Τέχνης). Αυτό είναι το βασικό δεδομένο από το οποίο θα πρέπει να ξεκινήσει κανείς, γιατί, όπως έχω ήδη επισημάνει, η θεολογία της εικόνας (της «αγιογραφίας») αποτελεί μέρος της θεολογίας του προσώπου. Με άλλα λόγια, η θεολογία της εικόνας είναι μέρος της θεολογίας της Εικόνας. (Επιπλέον, στη βυζαντινή παράδοση επισημαίνονται και στοιχεία κοσμολογικά. Ως προς αυτό, στο επόμενο σημείο.)

Γ) Υποστηρίζω λοιπόν ότι η σχέση του συμβολισμού με την έννοια του Μεσοκόσμου έχει ένα ιδιαίτερο νόημα στο εσωτερικό κάθε συγκεκριμένης παράδοσης. Μια βασική, όμως, γενική διάκριση μπορεί να γίνει ανάμεσα στον Μεσόκοσμο των οραματιστών και στον Μεσόκοσμο των κοσμολόγων. Αυτό είναι ένα θέμα στο οποίο αναφέρεται η πιο αναπτυγμένη μορφή του κειμένου για τον Μεσόκοσμο, με τίτλο Το Σπήλαιο του Πλάτωνα, Σπήλαιο της Imaginatio (για την «αλήθεια των αισθήσεων», που σημαίνει και μια διαφορετική, «μεσοκοσμική» ανάγνωση του πλατωνικού μύθου).
Στο κείμενο αυτό επεκτείνω την έννοια του Μεσοκόσμου ή Mundus Imaginalis που επεξεργάστηκε ο Corbin και υποστηρίζω ότι «υπάρχουν διάφοροι τύποι Mundus Imaginalis και ότι είναι δυνατόν να ταξινομηθούν ανά παράδοση ή σχολή (λόγου χάρη ο Mundus Imaginalis των Νεοπλατωνικών ή των Καββαλιστών) καθώς και ανά τύπο εμπειρίας (ο Mundus Imaginalis των σαμάνων ή ο Mundus Imaginalis των καθολικών μυστικών όπως η Τερέζα της Άβιλα, συγγραφέας του Las Moradas Del Castillo Interior, “Οι Κατοικίες του Εσωτερικού Κάστρου”).» Και επεκτείνω ακόμη περισσότερο την έννοια του Μεσοκόσμου ώστε να περιληφθεί και ολόκληρη η λογοτεχνία «από τον Όμηρο ως τον Τζόις, είτε αυτά [τα λογοτεχνικά έργα] συνδέονται άμεσα με τις εσωτερικές παραδόσεις είτε έμμεσα.»
Ίσως αδυνατίζει η έννοια του Μεσοκόσμου, από μία άποψη. Αλλά δεν βλέπω κάποιον ειδικό λόγο, από την άλλη, γιατί η επέκταση της έννοιας να σταματήσει απλώς στον Κύκλο του Γκράαλ ή στα οράματα του Σβέντενμποργκ. Είναι οι εργασίες του ίδιου του Corbin που ανοίγουν δρόμους – και βέβαια το γεγονός ότι έχουν τόσο λίγο εξερευνηθεί είναι ένα ζήτημα.

Αλλά το έργο του Corbin εστιάζεται –ή περιορίζεται– σε αυτό που αποκαλώ Mundus Imaginalis των οραματιστών. Ο κοσμολογικός Mundus δεν κατέχει ομόλογη θέση, εισβάλλει κατά κάποιο τρόπο στο έργο του και το εμπλουτίζει (αλλά δεν το διαποτίζει, ούτε το καθορίζει, ούτε το χαρακτηρίζει). Είναι το έργο ενός πλατωνιστή που εισέρχεται όλο και πιο βαθιά στο πνευματικό κλίμα του Ιράν, στον ίδιο τον περσικό Μεσόκοσμο, θα έλεγε κανείς, και εκεί τον βρίσκει η Αλχημεία, η μεγάλη κοσμολογική τέχνη του παλαιού κόσμου.

Δίπλα λοιπόν στον οραματικό Μεσόκοσμο καθαυτόν, έχει σημασία να διακρίνουμε και να τοποθετήσουμε έναν κοσμολογικό Μεσόκοσμο. Η όλη εικόνα τότε αλλάζει, άλλες όψεις φανερώνονται.

Για να επιστρέψω στο παράδειγμα του Βυζαντίου. Μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι και ο θρησκευτικός βυζαντινός Μεσόκοσμος, και ο θεολογικός Μεσόκοσμος καθαυτόν, και οι δύο αυτοί παράλληλοι «κόσμοι» εμπεριέχουν στοιχεία κοσμολογικά. Παραπέμπω στη μελέτη του Ολιβιέ Κλεμάν Η Θεολογία μετά τον «Θάνατο του Θεού», 1973, και ειδικότερα στο δεύτερο μέρος, «Το Νόημα της Γης, Σημειώσεις ορθόδοξης κοσμολογίας».
Να προσθέσω εδώ πως κατεξοχήν μεσοκοσμικό βυζαντινό σύμβολο, και ειδικότερα χωρικό μεσοκοσμικό σύμβολο είναι το τέμπλο του ναού. Γράφει πολύ εύστοχα ο Φίλιπ Σέραρντ για τον συμβολισμό του τέμπλου, απηχώντας εμμέσως τον Henry Corbin: «Το χώρισμα αυτό σημειώνει το όριο που χωρίζει τον κόσμο των αισθήσεων από τον πνευματικό κόσμο, και γι' αυτό το λόγο παρουσιάζονται οι εικόνες σ' αυτό το σημείο, σα να ενώνουν τους δύο κόσμους, λες και ο κόσμος της φαντασίας, που βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο, στέκεται ανάμεσα στην πνευματική του φύση και τις αισθητηριακές του δυνατότητες» (Περί Ύλης και Τέχνης, σ. 26) 
 
Δ) Και φτάνουμε στο τέταρτο σημείο. Είναι ο Μεσόκοσμος το πεδίο της «σύνθεσης» του αισθητού και του νοητού; Η απάντηση είναι θετική, αν αναφερόμαστε στους κοσμολογικούς Μεσοκόσμους, κατά κύριο λόγο. Στον Μεσόκοσμο του Corbin, αντιθέτως, και στην πλατωνική γραμμή που ο ίδιος ακολουθεί, η έμφαση είναι στη μετάβαση από το αισθητό στο νοητό μέσω αυτού του «ενδιάμεσου κόσμου». Το αισθητό αναδεικνύεται σε δοχείο (και οθόνη) μορφών που αισθητοποιούν τις νοητές μορφές, τα αρχέτυπα, τις καθαρές μορφές, τις αληθείς μορφές.
Στον Παράκελσο, από την άλλη, το αισθητό είναι το πεδίο των πολλαπλών ενσαρκώσεων αόρατων δυνάμεων. Θα επιμείνω για μια ακόμη φορά στο παράδειγμα του Παράκελσου, γιατί είναι το πλέον χαρακτηριστικό ενός κοσμολογικού Μεσοκόσμου, στην αμεσότητα με την οποία εκφράζεται: «Ο Κρόνος δεν είναι μόνο στον ουρανό, μα και βαθιά στη γη και στον ωκεανό», «Τί είναι η Αφροδίτη παρά η αρτεμισία που φυτρώνει στον κήπο σας;», «Τί είναι ο σίδηρος παρά ο Άρης;»...

Στον οραματικό Μεσόκοσμο, τα αισθητά αποτελούν το υπόβαθρο του διαλογισμού (contemplatio), της θεωρίας. Αλλά και αντιστρόφως, σε μια διπλή κίνηση, περιεχόμενα του διαλογισμού είναι δυνατόν να εκφραστούν με αισθητές πραγματικότητες.
Στον κοσμολογικό Μεσόκοσμο, τα αισθητά είναι τα νοητά, και τα νοητά είναι τα αισθητά. Όχι απλώς με την έννοια ότι τα μεν παραπέμπουν στα δε. Αλλά με την έννοια ότι ένα αρχέτυπο είναι: αυτό εδώ το δέντρο, αυτό εδώ το συγκεκριμένο ον. Με μια θεμελιώδη παρατήρηση όμως: ότι δεν είναι αυτό το συγκεκριμένο ον ως ον που είναι το το αρχέτυπο. Είναι το αρχέτυπο επειδή μετέχει μιας ανώτερης ουσίας, άφθαρτης, αμετάβλητης και αιώνιας, η οποία και δεν επηρεάζεται από τις πολλαπλές ενσαρκώσεις της.
Αυτή η τελευταία παρατήρηση καταδεικνύει και τα όρια μέσα στα οποία κινείται όλη η θεματική του αισθητού-νοητού καθώς και του Μεσοκόσμου. Γιατί ακόμη και στον Μεσόκοσμο των κοσμολόγων, στους κοσμολογικούς Μεσοκόσμους, μπορεί το αισθητό να μην θεωρείται μια απλή μετάβαση προς το νοητό (όπως στον τύπο του οραματικού Μεσοκόσμου), μπορεί το αισθητό να παραμένει το μόνιμο σημείο αναφοράς. Ωστόσο, το αισθητό (το οποίο ως αισθητό δεν έχει καμία αξία) παραμένει στο επίκεντρο μόνο καθόσον αποτελεί μια δίοδο προς το αόρατο. Δίοδο που για έναν Παράκελσο σημαίνει, όπως είδαμε, τη δυνατότητα να βρει στο «εσωτερικό» του σιδήρου τον πλανήτη Άρη και σε ένα ταπεινό φυτό την Αφροδίτη. Το αισθητό αναβαθμίζεται, εφόσον τα αρχέτυπα είναι δυνατόν να κατέρχονται με τόσο ενεργητικό τρόπο μέχρι τον υποσελήνιο κόσμο. Η τέχνη του αλχημιστή το προϋποθέτει.

Ε) Παραμένοντας μέσα στα όρια που καταδείξαμε, το ερώτημα για τη σύνθεση αισθητού και νοητού, μπορεί να απαντηθεί με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Ότι δηλαδή η διάκριση ανάμεσα στο αισθητό και στο νοητό υπερβαίνεται στον βαθμό που επιβεβαιώνεται και επιβεβαιώνεται στον βαθμό που υπερβαίνεται.
Οι παραδόσεις περί του Μεσοκόσμου, νεοπλατωνικών καταβολών, πήραν μορφή στον χώρο του μεσαιωνικού Ισλάμ για να απαντηθούν ακριβώς τα ζητήματα που προκύπτουν από τη διάκριση αισθητού-νοητού και τα οποία, στα πλαίσια της εποχής εκείνης, συνδέθηκαν με λεπτά ζητήματα θεολογικής υφής που άγγιζαν τόσο το ανθρωπολογικό όσο και το κοσμολογικό πεδίο. Ο Corbin ανέσυρε τις παραδόσεις αυτές ερευνώντας τα προβλήματα που έθεσε η φιλοσοφία του καιρού του, με αιχμή την νέα ερμηνεία της Μεταφυσικής από τον Χάιντεγκερ (και είναι ενδεικτικό ότι η πρώτη γαλλική μετάφραση του Χάιντεγκερ έχει γίνει από τον Corbin).
Για τον Χάιντεγκερ, όπως είναι γνωστό, η Μεταφυσική εγκαινιάζεται με την πλατωνική διάκριση αισθητού-νοητού. Η χειρονομία συνεπώς του Corbin να φέρει στην επιφάνεια έναν «τρίτο κόσμο», ανάμεσα στον αισθητό κόσμο και τον κόσμο των ιδεών, συνδέεται άμεσα με την απόπειρα να εξερευνηθούν αλλά και να απαντηθούν ορισμένα κεντρικά ζητήματα της φιλοσοφίας στον εικοστό αιώνα.


2. Τεχνικές για τον έλεγχο των ονείρων;

«Όχι, η μυστηριώδης ενδόμυχη πραγματικότητα του ονείρου δεν αφήνει ποτέ να συλληφθεί παρά μόνο με τους όρους αυτού που έχει άμεσα βιωθεί, δεν δίδει απολύτως κανένα στήριγμα σε καμία μορφή επανάληψης, σε καμία απόπειρα μετάθεσης, εκ των υστέρων αναδρομής, ούτε καν ανάμνησης...» Αυτά γράφει, ανάμεσα σε άλλα, ο Jean Parvulesco στο Un Retour en Colchide (Μια Επιστροφή στην Κολχίδα), το τελευταίο του μυθιστόρημα (2010). Και ο λόγος του αποκτά μια ιδιαίτερη βαρύτητα γιατί το βιβλίο αυτό, που έχει τη μορφή ενός ιδιότυπου προσωπικού ημερολογίου ή αποτελεί, κατά τα λόγια του ιδίου, το «προσωπικό ημερολόγιο ενός μυθιστορήματος» ή «το μυθιστόρημα ενός προσωπικού ημερολογίου» (tout devient roman et roman de ce roman, «τα πάντα γίνονται μυθιστόρημα και μυθιστόρημα αυτού του μυθιστορήματος»), είναι η τελευταία του λέξη, λίγο πριν εξαφανιστεί από τον ορίζοντα της πραγματικότητάς μας. Σε ένα άλλο σημείο του ίδιου έργου (στις σελίδες αυτές έχω δώσει τον τίτλο «Το όνειρο και η οντολογική αμνησία», στις σημειώσεις μου) επανέρχεται και δηλώνει ευθέως: «Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει καμία γνώση, καμία έγκυρη τεχνολογία για να πάρει κανείς υπό τον έλεγχό του τα όνειρα...»
Και άλλοι, που δεν έμειναν αδιάφοροι προς την ονειρική «ζωή», έχουν καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα. Πράγματι, δεν είναι αλήθεια ότι μπορούμε να κυριαρχήσουμε πάνω στα όνειρα. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει η πίστη ότι μπορούμε να κυριαρχήσουμε πάνω στα όνειρα.

Η πίστη ότι μπορούμε να ελέγξουμε τα όνειρα είναι η ίδια η πίστη ότι μπορούμε να ελέγξουμε τα πράγματα. Η πίστη δηλαδή ότι μπορούμε να επεκτείνουμε την κυριαρχία μας σε κάθε δυνατό πεδίο που πιστεύουμε ότι μπορεί να διαμορφωθεί ώστε να είναι κατάλληλο για να ασκήσουμε πάνω του αυτά που πιστεύουμε ότι είναι τα μέσα της κυριαρχίας μας. Είναι θέμα πίστης. Κυρίως, πίστης στην πίστη.

Το όνειρο διαφεύγει, και διαφεύγει συνεπώς και από κάθε απόπειρα ορισμού. Η βούληση να σημαίνει ένα όνειρο κάτι, να υποκρύπτει κάποια σημασία, είναι μέρος της ίδιας προβληματικής. Το όνειρο, στο πλαίσιο της πίστης του ανθρώπου ότι μπορεί να κυριαρχήσει πάνω στα πράγματα, προορίζεται να έχει κάποια «χρήση», επομένως και κάποια σημασία. Είτε να είναι μήνυμα των ανώτερων όντων, για τον αρχαίο άνθρωπο, είτε, ως παράγωγο του ψυχισμού του «υποκειμένου», να κρύβει κάποια λανθάνουσα δύναμη που πρέπει να καταχωρηθεί στο «φως της λογικής».

Στις παραδόσεις τις σχετικές με τον Μεσόκοσμο, το όνειρο προσεγγίζεται διαφορετικά. Δεν διαφοροποιείται από το όραμα, ως προς το ότι δεν θεωρείται, και αυτό, υποκειμενική παραγωγή και από αυτή την άποψη δεν διαφοροποιείται ούτε από την αρχαία αντίληψη του ονείρου, από την οποία και κατ' ουσίαν προέρχεται. Με σύγχρονους όρους θα λέγαμε ότι και το όνειρο και το όραμα θεωρούνται υποκειμενικές οπτικές μιας αντικειμενικής πραγματικότητας. Το όνειρο δεν είναι κάτι που παράγεται από τον άνθρωπο (και επομένως είναι κάτι που δεν είναι δυνατόν να ελεγχθεί) αλλά κάτι που αντανακλάται στον εσωτερικό καθρέφτη του ανθρώπου. Ο σκοπός είναι να καθαρισθεί αυτός ο εσωτερικός παραμορφωτικός καθρέφτης, ώστε, με την κάθαρση που οδηγεί στην απάθεια, να γίνει εφικτή η καθαρή θέαση.
Βέβαια, στις ισλαμικές εσωτερικές παραδόσεις η ελληνική-νεοπλατωνική κληρονομιά τρέπεται προς την κατεύθυνση όπου η κάθετη άνοδος προς το αμετάβλητο δίνει τη θέση της στη μυστηριώδη πανταχού παρουσία του Θεού. Τα όνειρα είναι –εξακολουθούν να είναι– μια ατέλειωτη σειρά πέπλων του Μυστικού.

Αφήνοντας κατά μέρος τις παραδόσεις, μπορεί να απαντηθεί και το ερώτημα γιατί το όνειρο παραμένει, για τους περισσότερους, η βασιλική οδός προς τον Μεσόκοσμο. Το όνειρο παραμένει βασιλική οδός επειδή το όνειρο δεν μπορεί να ελεγχθεί...

Δημήτρης Τσουμάνης

Υ.Γ. Τίθεται βέβαια το ερώτημα ποιά ακριβώς μπορεί να είναι η σχέση των, μεσοκοσμικών, ονείρων των σημερινών ανθρώπων με το «ιερό». Αλλά η απάντηση δεν μπορεί να είναι καθόλου απλή, πρώτα πρώτα γιατί η ανίχνευση, στις διάφορες εποχές, των διαφόρων νοημάτων αυτού που αποκαλείται «ιερό» είναι εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση, πολύ πιο δύσκολη απ' όσο αφήνουν συχνά να εννοηθεί οι έρευνες των θρησκειολόγων ή, ακόμη, των ανθρωπολόγων.